- Νταβίντ, Ζακ-Λουί
- (Jacques-LouisDavid, Παρίσι 1748 – Βρυξέλλες 1825). Γάλλος ζωγράφος. Υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες του 19ου αι. και ο σημαντικότερος εκπρόσωπος του νεοκλασικισμού. Οι επιδράσεις από την τέχνη του πρώτου του δάσκαλου, του Φρανσουά Μπουσέ, διακρίνονται σε έναν από τους πρώτους πίνακές του, την Πάλη του Άρη και της Αθηνάς (1771, Μουσείο Λούβρου). Αργότερα ο Ν. μαθήτευσε κοντά στον Ζοζέφ - Μαρί Βιεν, που υπήρξε ο πραγματικός του δάσκαλος. Το καλύτερο έργο της περιόδου αυτής ήταν Ο Αντίοχος και η Στρατονίκη (1774), στο οποίο διακρίνεται η τάση του Ν. να τονίζει το δραματικό στοιχείο της σύνθεσης· ο πίνακας αυτός εξασφάλισε στον καλλιτέχνη το βραβείο της Ρώμης. Στα πρώτα πέντε χρόνια της διαμονής του στην Ιταλία, από το 1775 έως το 1780, επηρεάστηκε από τον Ραφαήλ, από τον κλασικισμό των ζωγράφων της Μπολόνια και από άλλες μορφές της τέχνης του 17ου αι. Επιδράσεις του Γκουίντο Ρένι διακρίνονται στον Άγιο Ρόκο για το Νοσοκομείο της Μασσαλίας (1780), αλλά το αριστούργημα αυτής της περιόδου είναι Ο κόμης Ποτόσκι έφιππος, που άρχισε στη Νάπολη και τελείωσε στο Παρίσι - το έργο αυτό δεν αποκλείει επιδράσεις του Καραβάτζιο, του Ριμπέρα και του Βαλαντέν ντε Μπουλόν.
Η αίσθηση του τραγικού και η έμφυτη κλίση του Ν. προς το υψηλό εκδηλώθηκαν για πρώτη φορά στον Θρήνο της Ανδρομάχης επάνω στον νεκρό του Έκτορα (1783), όπου, εκτός από τον κλασικισμό του Νικολά Πουσέν, διακρίνεται ένα όραμα του κόσμου που αντανακλά τα ιδεώδη του διαφωτισμού της αστικής τάξης. Ο Πουσέν, ο ζωγράφος - φιλόσοφος, είχε προσελκύσει τον Ν. όχι τόσο για τα χαρίσματα της ηρεμίας και αταραξίας που είχε καθορίσει ως ουσιαστικά στοιχεία της τέχνης ο μεγαλύτερος θεωρητικός του νεοκλασικισμού, ο Βίνκελμαν όσο για το σταθερό ήθος των πινάκων του, από τους οποίους ο Ν. άντλησε ορισμένα συνθετικά στοιχεία για την Ανδρομάχη του. Αυτά τα συναισθήματα πλουτίστηκαν με ένα πολιτικό πάθος στο πρώτο ώριμο έργο του Ν., τον Όρκο των Ορατίων, που αποτέλεσε και την κατάληξη της μακροχρόνιας ευρωπαϊκής νεοκλασικής τάσης. Το έργο, που εκτελέστηκε και παρουσιάστηκε στη Ρώμη, το 1785 (ερμηνεύοντας ένα επεισόδιο του δράματος του Κορνέιγ), τόνιζε την καθαρά ανθρώπινη αξία του κοινωνικού συμβολαίου και παραμέριζε την αξία της παράδοσης, και της μεταφυσικής. Το θέμα της αρετής, που κατόρθωσε να υποτάσσει τους οικογενειακούς δεσμούς στο συμφέρον της πατρίδας και του συνόλου, επανήλθε από τον καλλιτέχνη στους Ραβδούχους του Βρούτου (1789), πίνακα με σαφείς αντιμοναρχικές νύξεις. Το έργο του Ν., για το περιεχόμενό τους, για την ασυνήθιστη συνέπεια του ύφους, για την ελευθερωμένη από τα δεξιοτεχνικά παιχνίδια του ροκοκό και τους ευχάριστους χρωματισμούς τεχνική, για την ακρίβεια του σχεδίου και τη σοβαρότητα του χρώματος, για την αυστηρή έμπνευση τους από την αρχαιότητα, γνώρισαν εκπληκτική επιτυχία. Η έξαρση των πολιτικών αρετών της δημοκρατικής Ρώμης συνδυαζόταν με την επαναφορά της κλασικής τέχνης. Με τον θρίαμβο της Γαλλικής Επανάστασης ο Ν., ο φανατικός ιακωβίνος, έγινε μέλος της Συμβατικής Συνέλευσης (1792) και ύστερα της Επιτροπής Ασφάλισης κοντά στον Ροβεσπιέρο (1793). Τη στιγμή αυτή η τέχνη του έφτασε σε τόσο άμεση επαφή με το μοντέλο, ώστε ορισμένα έργα του να μπορούν αδίστακτα να χαρακτηριστούν ρεαλιστικά (προσωπογραφία του γουναρά του Σεν Φαρζό», 1789). Εγκαταλείποντας τις αναδρομές στη λογοτεχνία, εμπνεύστηκε από τη σύγχρονη ιστορία και εκτέλεσε τον Όρκο του Σφαιριστηρίου (1791, ατελείωτο το προσχέδιο στο Λούβρο), το Ζοζέφ Μπαρά (1794, Μουσείο της Λιόν) και τέλος το αριστούργημά του, τον Δολοφονημένο Μαρά (1793, Μουσείο Βρυξελλών). Διαφορετικό χαρακτήρα απέκτησε η παραγωγή του Ν. μέσα στο συγκαταβατικό πολιτικό θέμα που χαρακτήριζε την αντίδραση του Θερμιδώρ. Τυπικό δείγμα αποτελεί ο μεγάλος πίνακας των Σαβίνων (1796-99) όπου αποφεύγει την απεικόνιση της σύγχρονης πραγματικότητας και επιστρέφει στα λογοτεχνικά θέματα, εκφράζοντας το αίτημα της ανάγκης της συμφιλίωσης για το συμφέρον της πατρίδας. Εξάλλου, σε ορισμένες προσωπογραφίες, όπως του ζεύγους Σεριζά (1795), ο Ν. εκφράζεται με εκπληκτική κομψότητα και λεπτότητα. Με την άνοδο του Ναπολέοντα, ο καλλιτέχνης δημιούργησε τα τελευταία αριστουργήματά του: την Κυρία Ρεκαμιέ (1800, Παρίσι, Μουσείο Λούβρου), Ο Βοναπάρτης στο πέρασμα του Αγίου Βερνάρδου (1800, Μουσείο Βερσαλιών) και κυρίως το τεράστιο Χρίσμα πίνακας περίπου 50 τετραγωνικών μέτρων (1805-07, Λούβρο) που παρουσιάζει το χρίσμα του Ναπολέοντα και τη στέψη της αυτοκράτειρας Ιωσηφίνας στην Παναγία του Παρισιού. Το έργο είναι ένα σπάνιο τεκμήριο μιας ολόκληρης εποχής που εκφράζει την πραγματικότητα όχι μόνο με την εξωτερική της πολυτέλεια, αλλά με την ψυχολογική ένταση των προσώπων που απαθανατίστηκαν σε ένα σύνολο προσωπογραφιών υψηλής ποιότητας.
Πολύ κατώτερη ήταν η παραγωγή του Ν. στην εποχή της εξορίας του στις Βρυξέλλες, μετά την Παλινόρθωση. Την περίοδο αυτή επέστρεψε σε θέματα της λογοτεχνίας και σε μια τεχνοτροπία του 18ου σχεδόν αι. Έρως και Ψυχή (1817), Η Αφροδίτη αφοπλίζει τον Άρη (1824). Απομένουν όμως μάρτυρες της ιδιοφυΐας του, οι τελευταίες προσωπογραφίες Οι τρεις κυρίες της Γάνδης, (Λούβρο) όπου η εντύπωση του τέλειου έργου αποδίδεται με εκπληκτική οικονομία μέσων. Η φήμη του Ν. ήταν μεγάλη και διατηρήθηκε όλο τον περασμένο αιώνα. Από τους μαθητές του, ο Ζαν - Αντουάν Γκρο και ο Τεοντόρ Ζερικό άνοιξαν τον δρόμο προς τον ρομαντισμό, ενώ ο Ζαν Ντομινίκ Ενγκρ συνέχισε τη διδασκαλία του με έργα υψηλής στάθμης μέχρι περίπου το 1850.
Την αξία του Ν. δεν είναι δυνατό να μειώσει το γεγονός ότι σε αυτόν κυρίως στηρίχτηκε η βαριά και κενή ακαδημαϊκή παράδοση, εναντίον της οποίας αγωνίστηκε ολόκληρη σχεδόν η καλύτερη νεότερη ευρωπαϊκή τέχνη.
Ζακ Λούι Νταβίντ: «Όρκος των Ορατίων» (τμήμα). (Παρίσι, Μουσείο του Λούβρου).
«Η αρπαγή των Σαβίνων», έργο του Γάλλου ζωγράφου Ζακ Λούι Νταβίντ.
Ζακ Λούι Νταβίντ: αυτοπροσωπογραφία της εποχής της Επανάστασης (Φλωρεντία, Πινακοθήκη Ουφίτσι).
Dictionary of Greek. 2013.